Και οι κουρασμένοι, λες κύριε Μπρεχτ μου, χάνουν τη μάχη. Το λοιπόν, την έχασα. Νικήθηκα κατά κράτος. Γονάτισα. Δεν μπορώ άλλο να αγωνιστώ. Κουράστηκα να ψάχνω νίκες, να φαντάζομαι νίκες, να αξίζω νίκες, να συνεχίζω, να μην τα παρατάω, να μην είμαι αγνώμων, να μην μελαγχολώ, να πιστεύω σε εμένα, να είμαι θετική, να δείχνω δυνατή, να κλαίω χαμηλοφώνως, να διαγράφω κάθε χθες, να ελπίζω στο αύριο, να αγαπώ το σήμερα, να λείπει οξυγόνο, χάδι, φως, να κηδεύω γνωστούς, να κηδεύω άγνωστους, να μην μιλάω για ατυχίες (αφού δε ζω στη Συρία), να νιώθω τυχερή (αφού δεν έχω καρκίνο), να μην επιτρέπεται να θέλω πολλά (γιατί όποιος θέλει τα πολλά χάνει και τα λίγα), να ακούω νέα άσχημα, να είναι όλα ίδια και λίγο χειρότερα, να είμαι σκυθρωπή, να είναι σκυθρωποί, να φωνάζουν, να κλείνω αυτιά, να χωρίζουν, να κλείνω μάτια, σπαθιά να ακονίζουν, να ψάχνω εκεχυρείες, να τρέχω μόνη μου, να λαχανιάζω μόνη μου, να μαγειρεύω μόνη μου, να τρώω μόνη μου, να κρεμάω κουρτίνες μόνη μου, να ξεκρεμάω κουρτίνες μόνη μου, να σέρνω βαλίτσες μόνη μου, να αλλάζω ουρανούς μόνη μου, να σβήνω κεριά μόνη μου, να αποφασίζω μόνη μου, να διατάζω μόνη μου, να φταίω, να κατηγορούμαι, να απολογούμαι, να αναλαμβάνω ευθύνες, να με συλλαμβάνω, να με στήνω στο εδώλειο, δικαστής εγώ, μάρτυρας εγώ, εγκληματίας εγώ, να περνάω με κόκκινο, να σταματάω στο πράσινο, να είμαι κοντά χωρίς να φτάνω, να παίρνω δέκα δίχως τόνο, οι κόποι μου να είναι δέντρα άκαρπα, να περιμένω την επόμενη χρονιά, την καλή σοδειά, αυτή να μην έρχεται, να έχω επιμονή, να κάνω υπομονή, να είμαι στο σχεδόν, ποτέ στο ακριβώς, να πέφτω, να σηκώνομαι, να τελειώνει ο αέρας, ναι, κουράστηκα. Κουράστηκα. Κουράστηκα. Κουράστηκα να ποντάρω, κουράστηκα να χάνω.

Leave a Reply