Συγκομιδή
Αποδόμηση
Σπάραξε εκείνο το βράδυ και μαζί με εκείνο κι εγώ. Έχω εφεύρει κατά καιρούς διαφόρους τρόπους να περιγράψω τον πόνο. Αυτή τη φορά έμοιαζε με το στριφογύρισμα ενός μαχαιριού στην κοιλιά. Όχι οποιαδήποτε κοιλιά, μα τη δικιά μου. Το επόμενο πρωί με βρήκε με μια τρύπα που, για πολλά πρωινά μετά από αυτό, όλο και μεγάλωνε. Πριν την αυγή, εσύ, είχες ξεχάσει το όνομά μου, τη διεύθυνσή μου και το χρώμα των μαλλιών μου. Με πέταξες στα σκουπίδια (ή μάλλον, άστοχος καθώς ήσουν, στην ανακύκλωση). Σκληρός σαν πέτρα. Χειρότερος από εκείνον. Δε σου είχα πει ποτέ πόσο απελπιστικά πολύ μοιάζετε. Προσπαθούσα να το αγνοήσω, να μην σας βάλω ποτέ στη διαδικασία της σύγκρισης. Μα του έμοιαζες κι ήταν αλήθεια το μοναδικό πράγμα που δεν μου άρεσε πάνω σου. Κάθε φορά που κόπιαρες κάποια από τις κινήσεις του, το στομάχι μου γινόταν σβούρα. Ξέρεις, ό,τι μου θυμίζει εκείνη την εποχή μου προκαλεί εμετό. Εποχή μιας γεύσης μεταλλικής, σάπιας, εποχή της αδυναμίας, της παράλυσης, της ακινησίας, χέρια και πόδια να κρέμονται σαν μαριονέτας, να σηκώνονται μόνο όταν εκείνος κινεί τα σχοινιά.
Βλάστηση
Ήρθες αργά. (Ξανα)έμαθα να ζω μόνη. Δεν ήταν δύσκολο, το ομολογώ. Αν έμαθα καλά κάτι στα χρόνια που αναπνέω πάνω στη γη, είναι να είμαι εκεί όταν με χρειάζομαι. Όταν κανείς άλλος δεν είναι. Κι εσύ δεν ήσουν. Και σε χρειάστηκα. Ξέρεις πίστεψα σε εμάς. Εσύ όμως όχι. Είμαι εγώ αυτή που λέει αντίο. Δεν την έμαθα ποτέ καλά αυτή τη λέξη. Πως γράφεται; Πως προφέρεται; Ή πως τολμά να την σκεφτεί κανείς; Μα για δες τώρα, όπως μου την πέταξες, στην πετάω πίσω. Το γήπεδό μου δεν χωράει αμφιβολίες. Εσείς μπορεί να κάνετε ίδιες κινήσεις, όμως εγώ άλλαξα παιχνίδι. Οι δεύτερες ευκαιρίες είναι για τους δειλούς, οι τρίτες για τους γελοίους. Οι δεύτερες ευκαιρίες τελείωσαν. Αντίο.
Ωρίμανση
Στο είχα πει αγάπη μου. Οι εποχές αλλάζουν. Τα φύλλα πέφτουν. Δες πως γυμνώνεται η φύση. Το βασίλειο κοιμάται. Καμιά φορά πεθαίνει. Άλλαξα δέρμα. Το εγώ που ήξερες, το άφησα πίσω. Σύρθηκα σε βάλτους, αγκάθια, βόθρους, μα δεν είμαι πια ίδια. Δεν τρέχω όταν με φωνάζουν. Δεν με πουλάω σε τιμή ευκαιρίας. Ο κόσμος μου δεν αδειάζει επειδή φεύγεις εσύ, ο προηγούμενος ή ο επόμενος. Ο κόσμος μου είναι γεμάτος. Ο καθρέφτης μου περήφανος. Κι εγώ μοιάζω με κάποια, εκείνη, που ακόμα κλαίει, μα μεγαλώνει. Ήρθε η εποχή της ωρίμανσης.
