Αθώα βλέμματα
Πόσο ζηλεύω τα ανοιχτά μεγάλα μάτια με μια απορία μέσα τους.
Τα μάτια που δεν έχουν δει και δεν έχουν μάθει ακόμα πολλά.
Που δεν γνωρίζουν τι κρύβεται πίσω από αυτά που βλέπουν.
Που δεν έχουν πληγωθεί και διψούν να εξερευνήσουν τον κόσμο.
Που είναι γεμάτα αλήθεια και δεν έχουν να κρύψουν τίποτα.
Αν κάτι εξωπραγματικό θα ήθελα περισσότερο αυτή τη στιγμή στη ζωή μου, θα ήταν αυτό.
Τα μάτια που δεν έχουν δει και δεν έχουν μάθει ακόμα πολλά.
Που δεν γνωρίζουν τι κρύβεται πίσω από αυτά που βλέπουν.
Που δεν έχουν πληγωθεί και διψούν να εξερευνήσουν τον κόσμο.
Που είναι γεμάτα αλήθεια και δεν έχουν να κρύψουν τίποτα.
Αν κάτι εξωπραγματικό θα ήθελα περισσότερο αυτή τη στιγμή στη ζωή μου, θα ήταν αυτό.
Να ξαναγίνω παιδί.
Θα ‘θελα να ήμουν στο δημοτικό. Όπου η μόνη μου έγνοια ήταν το παιχνίδι.
Όπου το μόνο που έκανα ήταν να χαμογελάω, να σκαρφαλώνω σε δέντρα, να τρέχω σε ξέφωτα και να φτιάχνω πυργάκια στην άμμο. (Εκείνα τα πυργάκια – όχι δεν πείραζε που τα έφτιαχνα.)
Όπου το μόνο μου πρόβλημα ήταν μια άσκηση στα μαθηματικά που δεν καταλάβαινα.
Και έπειτα ερχόταν ο μπαμπάς μου, μου την εξηγούσε και όλα λύνονταν.
Ως διά μαγείας.
Όλα ήταν τόσο απλά τότε.
Χαιρόμουν που έτρωγα μαλλί της γριάς και είχα μπαλόνι να πετάει.
Χαιρόμουν που έπαιρνα σε όλα τα μαθήματα Α΄ και ήμουν καλή μαθήτρια.
Χαιρόμουν κι ας μη με ήθελε το αγοράκι που μου άρεζε.
Πόσο ζηλεύω τα αθώα βλέμματα.
Τα βλέπω παντού τελευταία.
Με κοιτούν πολλά παιδάκια και νιώθω σα να θέλουν να μου κάνουν μια ερώτηση.
“Γιατί δεν είσαι χαρούμενη όπως εμείς;”
Τί να τους απαντήσεις;
Το δικό σου βλέμμα δεν είναι αθώο πια. (Δεν υπάρχει γέφυρα επικοινωνίας.)
Θα ‘θελα να ήμουν στο δημοτικό. Όπου η μόνη μου έγνοια ήταν το παιχνίδι.
Όπου το μόνο που έκανα ήταν να χαμογελάω, να σκαρφαλώνω σε δέντρα, να τρέχω σε ξέφωτα και να φτιάχνω πυργάκια στην άμμο. (Εκείνα τα πυργάκια – όχι δεν πείραζε που τα έφτιαχνα.)
Όπου το μόνο μου πρόβλημα ήταν μια άσκηση στα μαθηματικά που δεν καταλάβαινα.
Και έπειτα ερχόταν ο μπαμπάς μου, μου την εξηγούσε και όλα λύνονταν.
Ως διά μαγείας.
Όλα ήταν τόσο απλά τότε.
Χαιρόμουν που έτρωγα μαλλί της γριάς και είχα μπαλόνι να πετάει.
Χαιρόμουν που έπαιρνα σε όλα τα μαθήματα Α΄ και ήμουν καλή μαθήτρια.
Χαιρόμουν κι ας μη με ήθελε το αγοράκι που μου άρεζε.
Πόσο ζηλεύω τα αθώα βλέμματα.
Τα βλέπω παντού τελευταία.
Με κοιτούν πολλά παιδάκια και νιώθω σα να θέλουν να μου κάνουν μια ερώτηση.
“Γιατί δεν είσαι χαρούμενη όπως εμείς;”
Τί να τους απαντήσεις;
Το δικό σου βλέμμα δεν είναι αθώο πια. (Δεν υπάρχει γέφυρα επικοινωνίας.)
Ήταν κάποτε που ήσουνα παιδί, ή λίγο αργότερα όταν κοιτούσες εκείνον.
Το δικό σου αθώο βλέμμα έχει μείνει στο παρελθόν*

