Αγαπημένο μου WordPress #2
Αγαπημένο μου WordPress,
Η ζωή στην Αθήνα με βρήκε σε μια παράξενη φάση. Θα το ξέρεις ήδη άλλωστε, καθώς τόσον καιρό μπροστά μου δεν ήθελα να σε δω. Τι φταις κι εσύ βέβαια, αλλά δεν ήξερα και τι έφταιγε. Είναι σαν όλα όσα παρήγγειλες να είναι απλωμένα μπροστά σου, αλλά να θέλεις να τα στείλεις πίσω. Να μην σου κάνουν, να μοιάζουν όλα αλλιώς.
Όσα ήξερα ανατράπηκαν βίαια. Για παράδειγμα, το θεμελιώδες (όπως πίστευα) δικαίωμα ενός ανθρώπου να περπατάει σε ένα πεζοδρόμιο. Στην Ελλάδα, δεν το έχεις. Πλέον μαζί με κάθε μου προσπάθεια να βγω από το σπίτι, κάνω και το σταυρό μου και το αποδίδω σε καθαρή τύχη το γεγονός ότι δεν έχω στραμπουλήξει ακόμα κάποιον αστράγαλο ή δεν με έχει πάρει σβάρνα κάποιο αμάξι. Θα παρομοίαζα την πιο απλή διαδρομή μέχρι το φούρνο, με πορεία μέσα από από τις Συμπληγάδες,την Σκύλα και τη Χάριβδη μαζί. Ο ήλιος. Αυτός, που τόσο αγάπησα και εκθείασα. Αυτός δεν είναι ήλιος, μα πραγματικός θάνατος. Δεν υπερβάλλω αν σου πω ότι το καλοκαίρι δεν μπορούσα να ανασάνω από τη ζέστη. Έβγαινα να πάω η δύσμοιρη στη δουλειά και έφτανα έξω από το γραφείο ημιλιπόθυμη. Το δικαίωμα σε μια αξιόπιστη συγκοινωνία. Τι συζητάω τώρα. Άλλωστε εδώ αν είσαι κουλ και γιο έχεις αμάξι, οπότε θα νόμιζε κανείς πως γλίτωσες, αλλά πάλι όχι. Μια υπέροχη ταχύτητα χελώνας σε περιμένει και σε αυτή την περίπτωση, γιατί θέλεις δε θέλεις κάπου θα κολλήσεις και δε θα ξεκολλήσεις πριν γαμωσταυρίσεις.
Πως μιλάς έτσι θα μου πεις; Επανάληψη μήτηρ μαθήσεως θα σου πω. Γιατί το δίχως άλλος κάποιος διαγωνισμός γαμωσταυρίσματος πρέπει να παίζεται εδώ – μαζί με την καθολική αντικατάσταση κάθε προσφώνησης, με το γνωστό μαλάκα. Έπειτα, οι άδειες. Στην Ελλάδα αγαπημένο μου, για κάποιον λόγο που κανένας δεν μου έχει εξηγήσει οι εταιρείες κλείνουνε λέει τον Αύγουστο κι αυτό σημαίνει ότι σε αναγκάζουνε να πάρεις μια άδεια που δεν έχεις ζητήσει. Πιο φαστιστικό σύστημα από αυτό δεν έχω ματακούσει. Επίσης κλείνουνε τα Χριστούγεννα και το Πάσχα. Οπότε ξαφνικά μένεις χωρίς άδεια. Τέλειο; Και πάμε στις απεργίες. Αυτές συνεχίζουν ακάθακτα να λαμβάνουν χώρα κάθε περίπου συνέχεια, όπως τις άφησα το 2010, χωρίς να απασχολούν τους απεργούς, ούτε και το κράτος φυσικά, τα υπόλοιπα κάποια εκατομμύρια ανθρώπων που προσπαθούν να φτάσουν επιτυχώς σε κάποιον προορισμό. Όλα όπως το 2010, με τη μόνη διαφορά ότι υπάρχει το ίντερνετ. Σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο, γιατί εδώ, Ελλάδα. Η εποχή του ντιτζιταλαιζέισιον άργησε μια μέρ… δεκαετία εντ κάουντινγκ. Ανακύκλωση. Ισότητα φύλων. Ινκλούζιον. Κοινωνικό κράτος. Σεβασμός. Ευγένεια. Ελευθερία έκφρασης. Ελευθερία σεξουαλικότητας.
Κάπως έτσι, φτάσαμε στους δέκα μήνες. Δέκα μήνες που προσπαθώ να ενταχθώ, να συνηθίσω, να καταλάβω, να νιώσω σπίτι μου, να πιστέψω ότι είμαι σπίτι μου, να νιώσω ικανοποιημένη, να μην ζητάω άλλα, να βολευτώ, να το βουλώσω. Χωρίς να τα καταφέρνω. Όσο κι αν κοιτάω γύρω μου, δε βλέπω μέλλον. Δε βλέπω αύριο. Δε με βλέπω εδώ. Δε με φαντάζομαι εδώ. Ακριβώς την ίδια στιγμή, που είμαι παντού. Είμαι. Εδώ. Τώρα. Μέσα σε αυτή τη σουρεάλ πραγματικότητα, στη δυσκολία κατάποσης, εύρεσης νοήματος, μέσα σε όλα όσα με κάνουν να νιώθω ξένη, νιώθω εντάξει. Νιώθω ίσως πιο εντάξει, από όσο ένιωσα τα τελευταία οχτώ χρόνια. Η ζωή μου δεν είναι ένας διαρκής αγώνας. Δεν παλεύω κάθε μέρα να αποδείξω κάτι. Τα πρωινά ο δυνατός ήλιος τρυπώνει κάτω από το πάπλωμα. Ο πόθος μου χαμογελά, κάθε φορά που του δροσίζω τα φύλλα. Οι Matisse πίνακες μου με καλημερίζουν. Η Κηφισσίας λιώνει τα παπούτσια μου σε χιλιόμετρα. Ο coach Bennett μου κρατά συντροφιά. Κάπως έτσι, τα υπόλοιπα μοιάζουν να έχουν μικρότερη σημασία. Οι τρύπες στα πεζοδρόμια. Οι ανηφορικοί δρόμοι. Ο ωχαδελφισμός. Τα σεξιστικά αστεία. Οι μισθοί ανέκδοτα. Το καυσαέριο. Η ανύπαρκτη εταιρική κουλτούρα. Μοιάζουν να έχουν μικρότερη σημασία. Σημασία έχει που έκανα ειρήνη. Που έμαθα να μην προσπαθώ να αλλάξω τη ζωή. Που όταν κοιτάω στον καθρέφτη, έμαθα να μου μιλάω ευγενικά και να με συγχωρώ, όπως θα έκανα με κάποιον που αγαπάω.